Αυξάνονται χρόνο με το χρόνο τα κρούσματα εθισμού παιδιών και νέων στο Διαδίκτυο, καθώς τα «θύματα» μπαίνουν στον κόσμο του Internet από νεαρότερη ηλικία. Αυτό επισημαίνει στο Kids@safety η Δρ. Ίλια Θεοτοκά, Κλινική Ψυχολόγος- Ψυχοθεραπεύτρια στην Ψυχιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών – Αιγινήτειο Νοσοκομείο.
«Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το Internet είναι ελκυστικά στα παιδιά, τα οποία χρησιμοποιούν την τεχνολογία για να μελετήσουν, για να παίξουν, για να ακούσουν μουσική ή να δουν ταινίες και βίντεο. Η ευθύνη για τις επιλογές ανήκει αποκλειστικά στον καθένα μας. Δεν φταίει το διαδίκτυο για τις λανθασμένες επιλογές μας. Απλώς, χρειάζεται εκπαίδευση για σωστή χρήση του Ίντερνετ και συνειδητοποίηση των κινδύνων που κρύβει η αλόγιστη ενασχόληση με αυτό» επισημαίνει η ίδια.
Γιατί είναι εύκολο να εθιστεί ένα παιδί ή ένας έφηβος στο Internet;
Το ίντερνετ έχει την ικανότητα να καλύψει συγκεκριμένες ψυχολογικές ανάγκες ενός ατόμου. Ένα από τα χαρακτηριστικά του μέσου που προκύπτει από τη φύση του, είναι ότι μπορεί να δημιουργήσει μία «ιδανική κατάσταση εαυτού», όπου το άτομο μπορεί να εξερευνήσει διάφορες πτυχές της προσωπικότητάς του χωρίς να έχει περιορισμούς και συνέπειες.
Στο Διαδίκτυο δεν υπάρχουν άμεσες συνέπειες των πράξεων, ο χρήστης μπορεί να μπει και να βγει όποτε θέλει, ενώ μπορεί να καλύψει την όποια εξωτερική εμφάνιση, αφού δεν υπάρχει, πολλές φορές, οπτική επαφή.
Ταυτόχρονα, ο έφηβος μπορεί να ενσαρκώσει διαφορετικούς ρόλους ή να υιοθετήσει διαφορετικές ταυτότητες, ανάλογα με την εκάστοτε διαδικτυακή εμπειρία, εξαιτίας της ανωνυμίας, που συνιστά κατεξοχήν χαρακτηριστικό του Διαδικτύου. Όταν ρωτάμε παιδιά γιατί είναι ατελείωτες ώρες στο Internet μας απαντούν ότι αυτή η δραστηριότητα τα βοηθά να ηρεμήσουν, να νιώσουν πως είναι σημαντικά και ότι αξίζουν, ότι είναι αρεστά στους άλλους κι ότι δεν περνούν απαρατήρητα.
Συνήθως, τα παιδιά που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα του εθισμού στο διαδίκτυο είναι αγόρια και μεγαλώνουν σε δύσκολες καταστάσεις (δυσλειτουργικές οικογένειες), όπου δεν μπορούν να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματά τους. Ο εθισμός των εφήβων στο διαδίκτυο μπορεί, επίσης, να είναι το αποτέλεσμα άλλων ψυχικών διαταραχών, όπως είναι η κατάθλιψη, οι αγχώδεις διαταραχές, οι διαταραχές προσωπικότητας, η υπερκινητικότητα ή η κοινωνική φοβία.
Ποια είναι τα «σημάδια» που πρέπει να αναγνωρίσουν οι γονείς;
Συμπτώματα συνδρόμου απόσυρσης, όπως ψυχοκινητική διέγερση, εκούσια ή ακούσια κίνηση δακτυλογράφησης των δακτύλων του χεριού, άγχος, έμμονη σκέψη για το διαδίκτυο και όνειρα για το διαδίκτυο είναι τα βασικά «σημάδια» αναγνώρισης.
Ο νέος ή το παιδί καταναλώνει υπερβολικό χρόνο ή και χρήμα σε δραστηριότητες σχετικές με το διαδίκτυο (λογισμικά, σκληροί δίσκοι κ.λ.π), ενώ υπάρχει μείωση λειτουργικότητας του ατόμου σε κοινωνικό, οικογενειακό αλλά και προσωπικό επίπεδο. Ένα ακόμη κρούσμα είναι η μειωμένη επίδοση στο σχολείο, λόγω των πολλών ωρών που περνάει ο έφηβος στο Διαδίκτυο. Σε προχωρημένες περιπτώσεις, ο έφηβος δεν κοιμάται, παραμελεί την προσωπική του υγιεινή και μπορεί να σταματήσει ακόμα και το σχολείο. Ακόμη, πολλοί έφηβοι απομονώνονται από την οικογένεια και τους φίλους τους, γίνονται επιθετικοί, μπορεί να κλέβουν χρήματα από τους γονείς τους για να παίζουν στο διαδίκτυο, ενώ, τέλος, μπορεί να φτάνουν σε σημείο να μην τρώνε ή και το αντίθετο (να παχαίνουν πολύ).
Το φαινόμενο αυτό, μπορεί να εμφανιστεί σε εφήβους κατά την πρώιμη εφηβεία (10-14 ετών) ή και σε μικρότερη ακόμη ηλικία. Είναι πιο συχνό κατά την μέση εφηβεία (15-17 ετών), κατά την οποία οι έφηβοι πειραματίζονται και σταδιακά αυτονομούνται, καθώς και κατά την όψιμη εφηβεία (> 17 ετών). Οι περισσότεροι εξαρτημένοι έφηβοι ασχολούνται με «παιχνίδια» στο σπίτι ή σε internet cafe.
Τι πρέπει να μάθουν οι γονείς στα παιδιά τους για τη χρήση του Διαδικτύου;
Ο ρόλος των γονέων είναι πάρα πολύ σημαντικός τόσο για την πρόληψη, όσο και για την αντιμετώπιση του εθισμού των παιδιών τους από το διαδίκτυο. Όσον αφορά την πρόληψη, το σημαντικότερο πράγμα που χρειάζεται να κάνουν οι γονείς προκειμένου να μπορούν να ελέγχουν αποτελεσματικά τη χρήση του Διαδικτύου από τα παιδιά τους, είναι να γνωρίσουν οι ίδιοι το μέσο. Προς το παρόν, οι γονείς δεν γνωρίζουν και επιπλέον δεν φαίνονται διατεθειμένοι να έρθουν σε επαφή με το Διαδίκτυο, ενώ ταυτόχρονα δεν ενδιαφέρονται για τις δραστηριότητες των παιδιών τους στο Ίντερνετ.
Ταυτόχρονα, οι γονείς θα πρέπει κάποιες φορές να χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο μαζί με το παιδί, ώστε να του δίνουν τις απαραίτητες κατευθύνσεις, ενώ η εγκατάσταση κάποιων φίλτρων στον υπολογιστή μπορεί να αποτρέψει την εμφάνιση ακατάλληλων για το παιδί ιστοσελίδων.
Επιπλέον, είναι απαραίτητο να έχουν τεθεί κάποιες βάσεις όταν το παιδί φτάνει στην εφηβεία, να υπάρχουν δηλαδή όρια. Για να υπάρξουν ωστόσο όρια θα πρέπει να οι γονείς να μπορούν να διαθέσουν τον απαραίτητο χρόνο, αφού είναι δύσκολο για ενοχικούς γονείς να θέσουν όρια.
Σε πιο πρακτικό επίπεδο, ο υπολογιστής είναι καλό να βρίσκεται σε κοινόχρηστο χώρο και όχι στο δωμάτιο του παιδιού, ώστε να ελέγχεται διακριτικά η δραστηριότητα του παιδιού στο Ίντερνετ.
Τέλος, οι γονείς θα πρέπει να συζητούν για τις διαδικτυακές διαδρομές του παιδιού τους, ώστε να έχουν πάντοτε ενημέρωση για τις ιστοσελίδες που επισκέπτεται, τα άτομα με τα οποία συνομιλεί και τις πληροφορίες που ανταλλάσσει με άλλα άτομα. Σύμφωνα με έρευνες, τα παιδιά που είναι πιο ευάλωτα να δημιουργήσουν μια «εθιστική σχέση» με τον υπολογιστή τους είναι εκείνα που ζουν με γονείς που αδιαφορούν ή είναι απόντες.
Η έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας μεταξύ γονέων-παιδιού και, κυρίως, η έλλειψη ποιοτικού χρόνου που πρέπει να περνούν οι γονείς με τα παιδιά τους είναι πιθανό να οδηγήσουν στην απομόνωση του παιδιού και στην αναζήτηση τρόπων διαφυγής από την πραγματικότητα, εκ μέρους του. Ένας από αυτούς τους τρόπους είναι η προσκόλληση στο Ίντερνετ και τα video games.
Επίσης, παιδιά εσωστρεφή, με έλλειψη αυτοπεποίθησης, με προβλήματα στις σχέσεις με τους συνομηλίκους τους, που δεν έχουν εμπιστοσύνη στις ικανότητές τους, που νιώθουν μειονεκτικά για την εμφάνιση ή την συμπεριφορά τους, είναι πιθανό να οδηγηθούν στον εθισμό.
Σε περίπτωση προβλήματος, οι γονείς πώς πρέπει να κινηθούν;
Ο εθισμός από το διαδίκτυο, αναγνωρίζεται πια από την ψυχιατρική κοινότητα ως ξεχωριστή ψυχοσωματική διαταραχή και γι’ αυτό χρήζει ειδικής θεραπείας. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλά κέντρα που βοηθούν τους εφήβους να ξεφύγουν από τον εθισμό τους.
Η παρακολούθηση κάθε περίπτωσης γίνεται από τετραμελή ομάδα, στην οποία συμμετέχουν ένας παιδίατρος, ένας παιδοψυχίατρος, ένας παιδοψυχολόγος κι ένας οικογενειακός σύμβουλος. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας δε διακόπτεται η χρήση, αλλά ο έφηβος μαθαίνει να θέτει όρια στη χρήση και να αρχίσει και πάλι την ενασχόληση του με άλλες δραστηριότητες.
Παρ’ όλα αυτά, σε περίπτωση που κάποιο από τα παιδιά αντιμετωπίζει και άλλα προβλήματα πέρα από τον εθισμό του στο διαδίκτυο, υπάρχει και κατάλληλη φαρμακολογία. Σύμφωνα με μελέτες, το 1/3 από τα παιδιά ανταποκρίνεται πολύ θετικά, ειδικά όταν η εξάρτηση βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο.
Η Δρ. Ίλια Θεοτοκά είναι Κλινική Ψυχολόγος και Ψυχοθεραπεύτρια. Έκανε τις πτυχιακές και μεταπτυχιακές της σπουδές στην Κλινική και Εξελικτική Ψυχολογία στη Σχολή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Γενεύης στην Ελβετία. Η διδακτορική της διατριβή αφορούσε την κατάθλιψη των ενηλίκων. Εργάστηκε, αρχικά, στη Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Υπηρεσία για το Παιδί και τον Έφηβο στη Λοζάνη Ελβετίας και στην Ελλάδα στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής «Δρομοκαΐτειο» για 6 χρόνια. Τα τελευταία 15 χρόνια εργάζεται στην Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο. Διατηρεί ιδιωτικό γραφείο από το 1996. Έχει διδάξει Ψυχολογία σε πολλά εκπαιδευτικά ιδρύματα (Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας, Περιφερειακά Εκπαιδευτικά Κέντρα για Δασκάλους και Καθηγητές Μέσης Εκπαίδευσης, Σχολή Δημόσιας Υγείας, Οδοντιατρική Σχολή Αθηνών κλπ.). Είναι συγγραφέας πολλών επιστημονικών άρθρων και κεφαλαίων σε ελληνικά και ξένα επιστημονικά περιοδικά και βιβλία.